Σάββατο 14 Μαΐου 2016

Μπύρα.

Κάτι τέτοιες στιγμές εύχομαι να μπορούσα να γεμίσω τον οργανισμό και το μυαλό μου με αυτό απαίσιο άγευστο υγρό που ονομάζουν μπύρα. Τρία, πέντε, εφτά μπουκάλια, όσα ήπιαν και εκείνοι. Ίσως και περισσότερα. Αλλά την σιχαίνομαι τη μπύρα, και σήμερα δεν ήθελα να χάσω τίποτα από όσα ζούσα μέσα στη ζαλαδα φτηνου αλκοόλ. Δεν έβαλα στο στόμα μου ούτε μια γουλιά. Πόσο το μετανιώνω τώρα... Να που εκείνοι θα κοιμηθουν σαν πουλάκια από τη ζαλαδα και εγώ είμαι για άλλη μια νύχτα ξαγρυπνη, να σκέφτομαι, να σκέφτομαι, να σκέφτομαι....

Αλλά και να έπινα ? Πάλι εδώ θα ήμουν. Πάλι θα σκεφτόμουν, πάλι θα έγραφα.  Γιατί όσα μπουκάλια φτηνής μπύρας και αν αναγκασω τον εαυτό μου να πιει δεν θα σταματήσει αυτός ο πόνος.. Δεν θα με πιάσει  καν ζαλαδα. Ίσα ίσα που όλα θα γίνουν χειρότερα.

Και μέσα σε αυτό το σκοτεινό δωμάτιο που βρωμάει μοναξιά δεν έχω καμία σωτηρία. Όσες νύχτες και αν κοιμηθώ με το φως ανοιχτό,  τα τέρατα θα επιστρέφουν.

Ένα στιλέτο έχω μικρό στη ζωνη μου σφιγμένο,
που η ιδιοτροπία μ’ έκαμε και το `καμα δικό μου,
κι αφού κανένα δε μισώ στον κόσμο να σκοτώσω,
φοβάμαι μη καμιά φορά το στρέψω στον εαυτό μου...

2 σχόλια:

Κόμμον Άλεξ είπε...

Ο μόνος τρόπος να μας βοηθήσει η μπύρα είναι να σπάσουμε το μπουκάλι της στο κεφάλι κάποιου.

Φιλημένη μες τους Κινηματογράφους είπε...

ή και στο δικό μας.